Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός, τό «κινδυνευόμενον καί προκείμενον»


11/2/12   4:12 μ.μ
ναρτούμε εδώ το κείμενο της ομιλίας του Πρωτ. π. Γεωργίου Δ.  Μεταλληνού, Ομότιμου Καθηγητού  Παν/μίου θηνν, όπως εκφωνήθηκε στην ημερίδα που έγινε στις 14 Ιανουαρίου 2012 στο Πολεμικού Μουσείο της Αθήνας.

     Γιά τόν ρθόδοξο Χριστιανό τό οκονομικό μας πρόβλημα εναι πρώτιστα πνευματικό, συνδέεται δέ μέ τήν ποδυνάμωση τς πολιτιστικς μας ταυτότητας, κύριο συστατικό τς ποίας εναι ρθοδοξία. Χαίρω δέ, πού μο νετέθη παρουσίαση τς δυναμικς, πού νέπτυξε ρθοδοξία στήν διαμόρφωση καί στορική συνέχεια το πολιτισμο μας.



Πολιτισμός εναι πραγμάτωση το περιεχομένου τς ψυχς το νθρώπου. Ατό νσαρκώνεται καί ποτυπώνεται στό περιβάλλον του, τό ποο -τσι- διαμορφώνεται σύμφωνα μέ τήν κουλτούρα–καλλιέργεια τς ψυχς του. ρθά Arnold Toynbee επε, τι  « ψυχή το πολιτισμο εναι πολιτισμός τς ψυχς». πό τόν κανόνα ατό δέν μπορε νά ξαιρεθε τό δικό μας θνος. λληνικός πολιτισμός καταξιώθηκε σέ παγκόσμιο γαθό καί μορφωτικό θησαυρό τς Οκουμένης.
    Στήν στορική διαμόρφωση το πολιτισμο μας πάρχει  πνευματική συνέχεια. Θεμελιακό στοιχεο το ρχαίου λληνικο πολιτισμο εναι, κατά τόν Κλήμεντα τόν λεξανδρέα (+235 μ.Χ.),  «ζήτησις τς ληθείας», καί δήγησε στορικά στήν νωση το λληνισμο μέ τόν Χριστιανισμό, τς λληνικότητας μέ τήν ρθοδοξία, ς αθεντική χριστιανικότητα. νωση ατή, θεανθρώπινη στήν οσία της, παρήγαγε τόν λληνορθόδοξο πολιτισμό, τόν πολιτισμό τν ρώων καί γίων μας.

α)   λληνική κκλησία δη  πό τόν  β΄- γ΄ αώνα, ναδείχθηκε σέ παράγοντα καί φορέα το  λληνικο πολιτισμο (γλώσσας, παιδείας, τέχνης, λαϊκο βίου κ.λπ.), πού μεταλαμπαδεύθηκε καί σέ λους τούς ρθόδοξους Λαούς στά ρια τς Ρωμαϊκς ατοκρατορίας, στήν προχριστιανική καί χριστιανική κδοχή της (ατοκρατορία τς Νέας Ρώμης). Ο λαοί καλονται λόκληροι, μέ λη τήν κοινωνική δομή τους, στό Κυριακό σμα. Ατό συνέβη καί μέ τό λληνικό θνος, τό ποο βαθμιαα εσλθε λόκληρο στήν κκλησία, μεταμορφώνοντας τίς κοινωνικές καί πολιτιστικές δομές καί κφράσεις του μέ τήν ναγέννησή του στούς κόλπους της.
     Κύριο στοιχεο το ρθοδόξου πολιτισμο εναι ζήτηση Χάρης, λόγω τς πίστεως στήν νάγκη τς Χάρης γιά τήν πραγμάτωση το νθρώπου νδοϊστορικά καί αώνια. ρθόδοξος λληνας (Ρωμηός) ζε μόνιμα μέ τήν ασθηση τς παρουσίας το κτίστου στή ζωή του καί μέ τήν προσδοκία το θαύματος, τό ποο εναι γκυρότερη πιβεβαίωση τς θείας παρουσίας.  Στήν λληνική γλώσσα ξία παξία το νθρώπου προσδιορίζεται μέ βάση τή θεόνομη σχέση. τσι λέμε: θεοφοβούμενος, θεόφοβος, θεομπαίκτης «δέν χει Θεό μέσα του»,  διότι νοίκηση το Θεο σχύει στή συλλογική λαϊκή συνείδηση ς στοιχεο καταξίωσης το νθρώπου. τσι, ποβαίνει ρθόδοξος πολιτισμός βίωση τς προτεραιότητας το προσώπου, ς τερότητας καί λευθερίας, στά ρια τς ν Χριστ κοινωνίας.
     κκλησιαστική στορία τς λλάδος ποτελε μιά πλευρά στορίας το πολιτισμο τς χώρας (Kulturgeschichte). λα τά πολιτισμικά άγαθά μας ξελίχθηκαν πό τήν πίδραση το Χριστιανισμο.  Ο μορφές καί κφράσεις το λλαδικο πολιτισμο, λαβαν περιεχόμενο χριστιανικό, κόμη καί λες ο πιβιώσεις το ρχαίου λληνικο πολιτισμο. κκλησία, λλωστε, χρησιμοποίησε καί στήν περίπτωση τς λλάδος τίς πολιτιστικές κφράσεις γιά τήν κχριστιάνιση το λαϊκο βίου. Καρδιά το λληνικο πολιτισμο γινε δύναμη το φωτισμο καί τς θέωσης. ,τι συνεπς χαρακτηρίζεται κ τν στέρων «πολιτιστική δημιουργία» δέν εναι παρά φανέρωση τς ζυμωμένης μέσα στή Χάρη λληνικς πάρξεως. στορία τς λληνικς κκλησίας γινε σημαντικότατο κεφάλαιο τς στορίας το λληνισμο καί σπονδυλική στήλη τς θνικς πιβιώσεως καί διαχρονικς παρουσίας του.
β)   κκλησία καί θνικός λληνικός βίος: ναγεννητική διασύνδεση λληνισμο καί Χριστιανισμο πρξε εεργετική γιά τό λληνικό θνος, τό ποο  μέσα στή νέα ατή συζυγία του μέ τό Εαγγέλιο το Χριστο, πέκτησε στήν στορική του πορεία μιά νέα ταυτότητα, συνεχίζοντας τή μεγαλουργία του μέ να νέο τρόπο καί κφραση. Κατά τόν είμνηστο στορικό, διδάσκαλό μας, Γεράσιμο Κονιδάρη, « μετέρα κκλησία, κτός τς γλώσσης καί το δικαίου, ποτελε τόν πλέον ζωντανόν σύνδεσμον το δισχιλιετος ν τ ρθοδοξί παρελθόντος τς λλάδος ... μετά το παρόντος».
     θρησκευτική καί θνική νότητα τν λλήνων ξασφαλίζεται μέ τήν διατάρακτη κκλησιαστική συνέχεια, κυρίως σέ μή μαλές στορικές περιόδους το Γένους (δουλεία).  Τό λεγόμενο, τι κκλησιαστική κοινωνία λειτουργε στορικά ς «κιβωτός» το θνους συνιστ στορική πραγματικότητα, μή πιδεχομένη μφισβήτηση.  Τό θνος σώζεται μέσα στήν κκλησία-ρθοδοξία καί γι’ ατό ο ροι «τουρκεύω»καί «φραγκεύω» στίς περιπτώσεις λλαξοπιστίας δέν σημαίνουν μόνον λλαγή θρησκευτικο, λλά καί θνικο φρονήματος, δηλαδή φελληνισμό.   Ατό μως δείχνει τή συνείδηση ταυτίσεως θνικο καί κκλησιαστικο φρονήματος, πώλεια δέ το δευτέρου, ς θεμελιώδους ψυχογραφικο στοιχείου, πιφέρει καί τήν πώλεια το πρώτου. Καί ατό σχύει σέ κάθε ποχή.
     Στά ρια τς κκλησιαστικς κοινωνίας τό ρθόδοξο ασθημα στόν λλαδικό χρο ναρμονίσθηκε μέ τή συνείδηση τς καταγωγς. τσι, τό θνικό φρόνημα, ς λληνορθοδοξία, σώζεται διαχρονικά κμαο στόν κκλησιαστικό χρο. Μέσα στό κκλησιαστικό σμα λειτουργε, σ’ λη τή βυζαντινή  περίοδο, λληνική θνική συνείδηση, ναρμονιζόμενη μέ τήν ερύτερη περφυλετική συγγένεια,  τή ρωμαίικη, μέ κατάλυτο νωτικό σύνδεσμο τή χριστιανική πρωτεύουσα το οκουμενικο λληνισμο, τήν Κωνσταντινούπολη-Νέα Ρώμη.
     Βασικός μως παράγων το πολιτισμο μας πέβη καί διαφοροποίηση, στήν πορεία το χρόνου, τς Δύσεως πό τήν ρθόδοξη νατολή. συνειδητοποίηση, μέσω πατερικν μορφν, πως  Μέγας Φώτιος, γιος Γρηγόριος Παλαμς, γιος Μάρκος φέσου Εγενικός ο Κολλυβάδες πατέρες, τς καθολικς λλοτριώσεως τς χριστιανικς Δύσης, καί παρατεινόμενος «άντιδυτικισμός» τς συχαστικς νθενωτικς παραδόσεως, συνέβαλε στή συνεχ φύπνιση τς συνειδήσεως το λληνικο θνους γιά τήν διαιτερότητα καί πολιτιστική αθυπαρξία το λληνισμο πό τόν η΄ αίώνα (Καρλομάγνος)  ως σήμερα. ν δέ κκλησία πρξε πάντοτε πολύτιμο καταφύγιο το μπερίστατου θνους/Γένους, ο Μονές, λειτουργώντας ς κολυμβθρες συνεχος ναβαπτισμο  το θνους, πρξαν -καί πάρχουν μόνιμα- πηγή συνοχς θνικς καί ντλησης παντοίων δυνάμεων. Στό πλαίσιο  ατό μπορε νά κατανοηθε καί ρμηνευθε γένεση καί κκλησιαστική συντήρηση τς Μεγάλης δέας το Γένους, ποία μως δέν χει μόνο θνικό χαρακτήρα, λλά τελικά ταυτίζεται μέ τήν οκουμενική ν Χριστ ποστολή του. Τό πόβαθρο τς Μεγάλης δέας δέν εναι πεκτατικό-πολιτικό, λλά πνευματικό-κκλησιαστικό, ς ραμα τς νότητας τς πίστεως  καί ν Χριστ κοινωνίας. Εναι συνείδηση τς οκουμενικς εθύνης καί ποστολς το ρθοδόξου λληνισμο, λλά καί τό μόνιμο χρέος το λληνισμο ς φωτιστο τς Οκουμένης.  συναισθηματική σύνδεση  το Γένους μέ τήν «Πόλιν τν λλήνων», τήν Κωνσταντινούπολη-Νέα Ρώμη, πόλυτο στόχο κάθε ναθερμάνσεως το μεγαλοϊδεατισμο του, στήν πλατιά λαϊκή συνείδηση δέν μπορε νά λάβει ποτέ νοηματοδότηση φυλετική, λλ’ κείνη πού εχε στή διάρκεια τς θωμανοκρατίας  ως τόν ιθ΄ αί., στή συνείδηση τν Κολλυβάδων καί τν πνευματικν τους τέκνων, νόημα δηλαδή κκλησιαστικό-οκουμενικό.
     τσι κατανοεται καί στασίαστη παρουσία το Ράσου στούς γνες το Γένους/θνους γιά τήν νάκτηση διατήρηση τς λευθερίας του. λληνική πανάσταση το 1821, πνευματικά καί πολιτικά, σέ μεγάλο μέρος, πρξε ργο τς κκλησίας.  Πρωταρχικός, βέβαια, στόχος το ρθοδόξου Κλήρου δέν εναι διάσωση τς στορικς διαστάσεως το θνους, λλά νταξή του στό Κυριακό σμα γιά τήν ν Χριστ λοκλήρωσή του.
     πειδή μως ξωτερική λευθερία συνάπτεται στήν ρθοδοξία μέ τήν σωτερική (πελευθέρωση τς καρδις πό τή δουλεία τν παθν), κκλησία διασώζει μόνιμα μιά θεολογία λευθερίας, πού νομιμοποιε τήν γετική παρουσία το Κλήρου καί στούς ερούς (μυντικούς καί πελευθερωτικούς) το θνους γνες. κριβς δέ τά γεγονότα τς λληνικς παναστάσεως «δικαίωσαν τόν χαρακτηρισμόν τς κκλησίας μας ς κκλησία τς ναστάσεως» (Γεράσιμος Κονιδάρης).  ρθόδοξη πίστη καί δυναμική της στή συνείδηση το θνους ποτελε καί σήμερα τόν σχυρότερο καί βαθύτερο δεσμό, πού στηρίζει  τήν νότητά του, στόν κκλησιαστικό δέ χρο σώζεται πάντα γνότερος πατριωτισμός.
γ) ζω καί τό πνεμα τς ρθόδοξης κκλησίας διαμορφώνουν πί αἰῶνες τήν λληνική κοινωνία, σκώντας εύεργετική πιρροή σ’ ατήν,  κυρίως, μέσω τς λατρείας, στήν ποία διαπλάσσεται κυριολεκτικά ζωή καί συνείδηση το λαϊκο σώματος. Τό ρθόδοξο θος μορφώνεται στά ρια τς λατρείας, διαποτίζοντας τή συλλογική λληνική παρξη.  Τό λαϊκό (λληνικό) θος εναι στήν οσία του εχαριστιακό, ς ργανική συνέχεια τς λατρείας, «λειτουργία μετά  τή λειτουργία», ς γώνας  γιά τή μεταμόρφωση τς σωματικότητας ες «θυσίαν ζσαν, γίαν, εάρεστον τ Θε» (Ρωμ. 12,1), καί τς καθημερινότητας σέ λατρεία γάπης, μοιβαιότητας, θυσίας (λληνικό φιλότιμο).
     κκλησία ξασφάλιζε κοινωνικά τό πλαίσιο ναπτύξεως σύνολης τς ζως, στή λειτουργική σύναξη, ποία συνήθως περιλαμβάνει ριακά λο τό χωριό-κοινότητα. «νορία», στήν γροτική προπάντων κοινωνία, διασώζει  κόμη καί τό ρθόδοξο θος ς καθολική στάση ζως. νοριακή-λατρευτική σύναξη εναι μόνη, πού δέν διακόπηκε ποτέ στήν πορεία το Γένους. λατρεία μως ρθόδοξα δέν μένει ποτέ πλή θρησκευτική κφραση (πρβλ.Πράξ. 2,42 ., 4,32 .), λλ’ εναι  προπάντων κοινωνικό  γεγονός. Τά κκλησιαστικά μυστήρια (βάπτισμα, γάμος, εχέλαιο), λλά καί νεκρώσιμος κολουθία (κηδεία), πως καί τά κκλησιαστικά πανηγύρια στίς μνμες τν γίων, σκον κοινωνική δυναμική, ς φυσικές καί βίαστες λαοσυνάξεις. Τά λείψανα τν γίων, μέ τήν φθαρσία καί τά θαύματά τους, σκον μόνιμη πνευματική πιρροή στό Λαό, ς καί ο γνωστές θαυματουργές γιες εκόνες. Γι’ ατό τά ερά προσκυνήματα ποβαίνουν σημαντικοί παράγοντες νότητας στό θνος, σέ μιά βάση μάλιστα καθολικά στασίαστη. Ο κκλησιαστικές πανηγύρεις σέ ναούς λαοφιλν γίων, μέ πανορθόδοξη κτινοβολία μάλιστα, πως Παναγία (Τνος, Σουμελ, κατοντπυλιανή Πάρου, Προυσιώτισσα), γιος Δημήτριος (Θεσσαλονίκη), ο γιοι τς πτανήσου (Σπυρίδων, Γεράσιμος, Διονύσιος), γιος Νεκτάριος (Αγινα) κ.λπ.  λειτουργον θνικά καί πανενωτικά, ς οσιαστικός νωτικός παράγοντας, κόμη καί στήν ποχή μας. Ίδιαίτερα δέ ο Μονές, ς μόνιμα προσκυνήματα το Λαο, συντελον στή διαρκ θέρμανση το φρονήματος, μέ τήν πνευματική προσφορά τους (ξομολόγηση, πνευματική καθοδήγηση), τή διδασκαλία (δίως στήν περίοδο τς δουλείας–«κρυφό σχολειό»), τίς συλλογές χειρογράφων καί ντύπων (πιστημονικά κέντρα)καί τή συντήρησή τους σέ βιβλιοθκες, ναγνωριζόμενες καθολικά ς νεκτίμητα θησαυροφυλάκια τς νθρώπινης σοφίας.
     κοινωνική μως δυναμική τς κκλησίας εναι δυνατόν νά κτιμηθε καί στατιστικά-ποσοτικά μέ τή μελέτη τν βασικν ξωτερικεύσεων το λαϊκο πνεύματος (παραδόσεις, παραμύθια, θιμα, συνήθειες), πού ποτυπώνουν τήν θικοθρησκευτική συνείδηση καί θεόνομη κφραση το Λαο. κκλησία, ξ λλου, μερίμνησε μέσω τν φωτεινν κπροσώπων της τή διακρ καί ζσα πικοινωνία μέ τό Λαό. τσι, δη τόν ις΄ α. νταποκρίθηκε στήν ΄Εθναρχική ποστολή της καί ν στή λατρεία διατηρήθηκε καθιερωμένη γλωσσική μορφή (μόνιμος ζωντανός σύνδεσμος μέ τήν παράδοση καί τίς πηγές), στό κήρυγμα, κατά κανόνα, χρησιμοποίησε τή δημώδη.
     λλά καί σον φορ στίς οκονομικές σχέσεις, τό κοινωνικό πνεμα τς ρθοδοξίας σωζόμενο στήν παράδοσή της ς κοινοτισμός, διαποτίζει τή ζωή σύνολη το θνους, προσφέροντας τή μοναστική  νορία ( τό μοναστήρι), ς πρότυπο (μοντέλο) κοινωνικς συσσωματώσεως. πό τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες διαμορφώθηκε στόν λληνικό κόσμο να κοινωνικό πρότυπο «μέσα πό τή σύνθεση τν ρχαίων λληνικν «κοινν» καί τν πρώτων χριστιανικν κοινοτήτων» (Louis Bréhier).  Τόν δ΄ α. Μ. Βασίλειος, ξ λλου, ργάνωσε τό μοναστήρι κοινοβιακά, προσφέροντας μόνιμη κφραση κοινωνικς πάρξεως,  λλά καί μόνιμο κοινωνικό πρότυπο στή διαχρονική πορεία το ρθοδόξου Γένους. Ναός πέβη, τσι, κέντρο τς κοινωνικς ζως, κάτι νάλογο μέ τό «Καθολικόν» στή μοναστική νορία-δελφότητα. θέαση δέ τς ζως ς νιαίας καί διάσπαστης νότητας καί λότητας, χωρίς διάσταση νάμεσα στή θρησκευτική καί τήν κοινωνική-πολιτική σφαίρα, θά σχύει καθολικά καί παράβατα στή βυζαντινή καί μεταβυζαντινή κοινωνία. σορροπία μως ατή θά διαταραχθε μέ τήν εσβολή το πνεύματος ατονομήσεως το κοινωνικο χώρου πό τό τέλος τς Τουρκοκρατίας, ς καθαρά δυτική πίδραση.
    κκλησία μέ τό κήρυγμά της νίσχυε τόν κοινοτικό θεσμό, ς θεμελιακό παράγοντα στήν πιβίωση το Γένους (συναδέλφωση το Λαο), λλά καί πεδίο  μοναδικό γιά τήν πολιτική κφραση τς κοινωνικς δυναμικς.  Σημαντική  δέ προέκταση το κοινοτικο θεσμο πρξε διαμόρφωση τς οκονομικς ζως μέ τή μορφή τν συντεχνιν καί τν ποικίλων σωματειακν συσπειρώσεων καί συσσωματώσεων μπορικο χαρακτήρα. συχνή χρήση στίς περιπτώσεις ατές το ρου «’αδελφότης» φανερώνει τήν κκλησιαστική πίδραση, φο λλωστε κάθε συντεχνιακή συσσωμάτωση εχε τόν προστάτη γιό της καί πανηγύριζε (λειτουργικά) στή μνήμη του.  Τήν κατάλυτη ατή διασύνδεση ρθοδοξίας καί Κοινοτισμο διακήρυξε ων Δραγούμης, θεωρητικός  το νεοελληνικο πολιτισμο: που βρεθονε δέκα Ρωμιοί φτειάνουν κοινότητα. Συνάζουν πρτα χρήματα γιά τήν κκλησιά. μα  τή χτίσουνε, φέρνουν παπά. πειτα καί τίς γυνακες τους. στερα, μέ τούς δίσκους τς κκλησις, συνάζουν χρήματα καί φτειάνουνε σκολειό... λληνισμός εναι μιά οκογένεια πό λληνικές κοινότητες...».

δ)  Μεγαλεπήβολη μως ποδεικνύεται καί πίδραση το                                                  κκλησιαστικο χώρου στήν καλλιτεχνική  δημιουργία το λληνικο Λαο, σέ κάθε κφραση τς  Τέχνης.  κκλησιαστικά Τέχνη νοηματοδοτεται ς φανέρωση το «σω νθρώπου», το περιεχομένου τς καρδίας. κατάφαση μως τς Τέχνης, σέ λες  τίς μορφές  της πό τήν κκλησία συνιστ συγχρόνως καί ν Χριστ νανοηματοδότηση καί μεταμόρφωσή της, φο παύει νά εναι ατοσκοπός, μεταβαλλόμενη σέ ποιμαντικό μέσο διακονίας καί γιασμο το νθρώπου καί το κόσμου. Καί ατό γίνεται πρτα μέ τή λειτουργική καταξίωση τν μορφν τς καλλιτεχνικς δημιουργίας  καί διαίτερα μέ τήν μνογραφια, τήν εκονογραφία καί τή μουσική, προσφέροντας λαλήματα, ράματα καί κούσματα, πού διεισδύουν στήν καθημερινότητα καί τή διαποτίζουν.  πειτα μέ τήν πέκταση το φους καί το θους τς κκλησιαστικς καλλιτεχνικς δημιουργίας στόν κοινωνικό χρο. Κυρίως μουσική το λαϊκο κοινωνικο βίου διέσωζε πί αἰῶνες τήν ταύτισή της μέ τή λειτουργική μουσική τς κκλησίας, δημιουργώντας τσι συνείδηση νότητας το  θνικο βίου. νότητα ατή  σήμερα διατηρεται κυρίως μέ τή λεγόμενη «δημοτική» μουσική, πού εναι στήν οσία λαϊκή καί γι’ ατό θνική. Εναι δέ ξιοπρόσεκτο τό γεγονός, τι ναγέννηση τς μουσικς τέχνης καί δημιουργία καθαρά θνικς-κοσμικς (Μ. Καλομοίρης, Μ. Χατζηδάκης, Μ. Θεοδωράκης κ. .) ναζήτησε πάλι τά πρότυπά της στήν κκλησιαστική  («βυζαντινή»)  μουσική καί στή μουσική τν δημοτικν τραγουδιν, δηλαδή στήν νιαία θνική  μουσική παρακαταθήκη.
     ξ σου μως νδεικτική γιά τήν κκλησιαστική δυναμική στή λαϊκή καλλιτεχνική δημιουργία εναι λογοτεχνία, καί μάλιστα ποίηση. Τό δημοτικό τραγούδι δείχνει καθαρά ατή τή σχέση καί τή διασύνδεση ρχαιοελληνικο καί ρθοδόξου στοιχείου. Τό στοιχεο τς πίστεως ναδύεται κυρίως στήν ντιπαράθεση μέ τούς «θέους γαρηνούς» καί στόν γώνα τς  «εσεβος τν Χριστιανν πίστεως» κατά τν «πίστων».  Τό ρωϊκό πνεμα, στρεφόμενο κατά το σλάμ, ναζητε συχνά στό χρο τς ρθόδοξης πίστεως δυνάμεις ντιστάσεως γιά τήν πέρβαση τς μοιρολατρίας. Γενικά λαϊκή δημιουργία μας εναι Χριστοκεντρική. κκλησιαστική πιρροή δέν περιορίζεται στή ζωγραφική τή μουσική, λλά κτείνεται καί στήν ξυλουργική, τήν ξυλογλυπτική, τήν ργυροχοΐα καί χρυσοχοΐα, πού χουν νά παρουσιάσουν πλούσια παραγωγή χι μόνο γιά τή λειτουργική χρήση, λλά καί γιά τόν καθημερινό βίο, μέ παραστάσεις καί θέματα μπνεόμενα συχνά πό τή ζωή τς κκλησίας.
ε)  Στή χαλάρωση τς συζεύξεως, ν χι καί στήν ποσύνδεση -σέ κάποιες περιπτώσεις- λληνισμο καί ρθοδοξίας, συμβάλλουν δραστικά ο διάφορες θρησκευτικές προπαγάνδες καί πολιτικοκοινωνικές δεολογίες, πού κατά τούς τελευταίους αἰῶνες εσβάλλουν κατά συρροή στόν λλαδικό χρο. ληθινή πιβίωση τς παραδόσεως εναι δυνατή μόνο κεπου σώζεται συνέχεια το τρόπου ζως, πού διαμόρφωσε πατερική Όρθοδοξία. ταν δρανον τά ρθόδοξα κριτήρια, ρθοδοξία κλαμβάνεται εκολα ς σύνολο θρησκευτικν θίμων, ναγκαίων γιά τή διάσωση το θνικο φρονήματος. πολιτισμός μας σήμερα εναι «τό κινδυνευόμενον». Μέ τήν παράδοσή μας στήν Ερώπη καί τήν γραικυλική ατοϋποδούλωσή μας στόν πολιτισμό της νατρέπεται πατερική σορροπία στή σύζευξη λληνισμο-Χριστιανισμο, μολονότι στό θέμα ατό παρατηρεται σαφής ντίθεση νάμεσα στή λογιοσύνη καί τό ερύ λαϊκό στρμα, πού συνεχίζει ν πολλος νά δηλώνει μμονή στήν πίστη του.  Εναι μως γεγονός, τι μικροαστική κοινωνία χριστιανικά, χει τραφε μέ τό πνεμα το δυτικο εσεβισμο, στό ποο τό πατερικό δανικό το «θεουμένου» (γίου) χει οσιαστικά ποχωρήσει πρός φελος το δυτικά θεωρουμένου «χρηστο πολίτη» καί στήν οσία εχρήστου πό τήν μόνιμα φράγκικα προσανατολισμένη ξουσία,  δηλαδή το νθρώπου «ρομπότ» κατά τόν σιο π. ουστνο Πόποβιτς.
     Μόνιμες φυγόκεντρες τάσεις διακρίνονται καί στό χρο τς Τέχνης, δη πό τόν ιθ΄ αώνα,  πού τροφοδοτον τό λαό μέ κούσματα, ναιρετικά τς θνικς μουσικς παραδόσεως, προερχόμενα πό τή Δύση. λληνισμός δη πό τήν πώτατη ρχαιότητά του, εναι νοικτός σέ λο τόν κόσμο, καταφάσκοντας τήν πολιτισμική τερότητα καί προσλαμβάνοντας πό ατήν μοούσια στοιχεα πρός τήν δική του πολιτισμική ταυτότητα, πού συντελον στήν διάσωση καί αξησή της. Εναι γνωστή πισήμανση το Πλάτωνος στήν πινομίδα του: «,τι περ λληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τοτο ες τέλος ξεργάζονται».
      πό τά τέλη μως τς Τουρκοκρατίας νοιξαν  λες ο κερκόπορτές μας πό τούς δυτικόπληκτους –ερωπαϊστές μας –κατά Ζουράρη ερωλιγούρηδες-   καί μετακενώνονται συνεχς ατούσια στοιχεα το ερωπαϊκο χώρου, γεννήματα μις διαφορετικς διαχρονικς πολιτιστικς  διαδικασίας, πού νοθεύουν τήν λληνορθόδοξη πολιτιστική παράδοση καί τελικά τήν ναιρον, ποκαθιστώντας τά συστατικά της. Καί ατό λόγω τς καλλιεργούμενης, κυρίως στό χρο τς κπαίδευσης, ερωμανίας, συνέπεια τς ποίας εναι καί πό τό 1833 ρξαμένη ερωπαϊκή/φραγκική κατοχή στή χώρα μας, τήν κορύφωση τς ποίας ζομε σήμερα ς θνος. Λόγ τς οκονομικς καταρράκωσης κατοχή γίνεται σήμερα περισσότερο ασθητή.
     κκλησιαστικός μας μως χρος, πό τή φύση του, καί λόγω τς παράδοσής του, χει τή δύναμη να ποτρέψει τήν πολιτιστική λλοτρίωση το θνους, πού συνδέεται μεσα μέ τήν πνευματική καί παρκτική διάλυσή του , μέσα στήν νεοεποχίτικη χοάνη.  Τή δύναμη ατή διασώζει καί σήμερα κκλησία μας, στά πρόσωπα τν ξίων καί γνήσια ρθοδόξων κπροσώπων της.  Ατοί ο γνήσιοι γέτες μας, μαζί μέ τό ρθόδοξο λεμμα το λαο μας, μπορον νά ντιμετωπίσουν τήν νεοεποχίτικη –καί φραγκοκατασκευασμένη- γεσία  τς Χώρας μας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου