Τετάρτη 1 Αυγούστου 2012

Το μήνυμα της μάχης του Μαραθώνα ως εφαλτήριο για εθνική ανάταση.

Όταν η ακατάβλητη στρατιά των Μήδων εκθεμελίωσε την Ερέτρια, έπειτα από την προδοσία του Ευφόρβου και του Φιλάγρου, μία αγωνία πρωτόγνωρη κατέλαβε το στρατόπεδο των Αθηναίων.
Ήταν κοινό μυστικό ότι η πόλη της Παλλάδας ήταν ο επόμενος στόχος του Δαρείου. Ο ίδιος, πριν από χρόνους πολλούς, όταν οι Ίωνες επαναστάτησαν στηριγμένοι στις δυνάμεις της μητρόπολης, είχε διατάξει έναν πιστό του δούλο να του υπενθυμίζει κάθε ημέρα, την πανουργία των Αθηναίων. Με προτροπή του Ιππία, του γιου του Πεισίστρατου, που μήδισε όταν έχασε τα σκήπτρα της εξουσίας, οι βάρβαροι αποβιβάστηκαν στην πεδιάδα του Μαραθώνα. Εκεί η παράδοση λέει πως ο γέρων αυτός, που αυτομόλησε στην αυλή του μεγάλου βασιλέως, έχασε ένα από τα δόντια του μέσα στην άμμο της παραλίας. «Τόση γη μας ανήκει, όση καταλαμβάνει τώρα αυτό μου το δόντι» σκέφτηκε κρίνοντας πως ο οιωνός αυτός προεικονίζει την επικράτηση των Ελλήνων.

Την ίδια ώρα μία επίλεκτη στρατιά δέκα χιλιάδων Αθηναίων οπλιτών ξεκινούσε για τον Μαραθώνα. Διανύοντας την οδό της Κηφισιάς και όχι των Μεσογείων (τη διαδρομή θα λέγαμε της σημερινής λεωφόρου Κηφισίας), έφτασε έπειτα από ταχεία πορεία στις υπώρειες του όρους που δεσπόζει στα ανατολικά της πεδιάδας του Μαραθώνα. Στρατοπέδευσε στο ναό του Ηρακλέους, σε σημείο στρατηγικό, απʼ όπου κατόπτευε την εχθρική στρατιά και ήταν έτοιμη για πλευρική επίθεση σε περίπτωση που ο εχθρός εκινείτο προς την Αθήνα. Εκεί, στο πολεμικό συμβούλιο των 10 στρατηγών, αναμετρήθηκε η τόλμη με την ατολμία. Η σύνεση με το μαχητικό πνεύμα. Αυτοί που ήθελαν να μείνουν και να πολεμήσουν, με αυτούς που ήταν έτοιμοι να άρουν την ασπίδα τους και να φύγουν. Οι στρατηγοί ισοψήφισαν. Στη δημοκρατία η αρετή τιμάται το ίδιο με την φυγομαχία. Μία ψήφος έμενε για να κρίνει το αποτέλεσμα, το οποίο θα χάραζε και τον ρου της παγκόσμιας ιστορίας. Η μοίρα όρισε την ώρα εκείνη, στην κρίσιμη θέση του πολέμαρχου να υπηρετεί άνδρας ενάρετος και τολμηρός. Με την ψήφο του Καλλίμαχου αποφάσισαν τελικά οι Αθηναίοι να παραμείνουν στον Μαραθώνα και να πολεμήσουν.

Περίμενε να περάσουν μέρες ο Μιλτιάδης για να δώσει το έναυσμα για την επίθεση. Ο αθηναϊκός στρατός, μαζί με χίλιους γενναίους Πλαταιείς είχε παραταχθεί στους πρόποδες του όρους, απέναντι ακριβώς από τα στίφη των βαρβάρων. Μία νύχτα, αυτόμολοι Έλληνες της περσικής στρατιάς, Ίωνες που διέφυγαν μέσα στο σκότος από τα εχθρικά δεσμά, μετέφεραν το μεγάλο νέο. Το ιππικό των Μήδων είχε επιστρέψει στα πλοία. Αν ξεκινούσε αμέσως η μάχη, η ελληνική φάλαγγα θα κυριαρχούσε. Παρά τη συντριπτική υπεροχή των βαρβάρων σε αριθμό, ο άρτιος εξοπλισμός και η μοναδική τακτική των Ελλήνων θα έκρινε την έκβαση του πολέμου. Σε χρόνο μηδέν συντάχτηκαν οι λόχοι και τα σώματα μάχης. Στο δεξιό άκρο πρωτοπόρος ο Καλλίμαχος, με τους επίλεκτους των Αθηνών. Στα αριστερά, εξίσου στιβαρή η παράταξη με την ενίσχυση των πολεμιστών από τις Πλαταιές. Το κέντρο παρέμεινε επίτηδες αποδυναμωμένο, με τις μορφές του Αριστείδη και του Θεμιστοκλή να δεσπόζουν. Απέναντι σε τόσους λίγους, τόσοι πολλοί. Εξήντα χιλιάδες βάρβαροι μαχητές, ένα σύμμεικτο πλήθος από έθνη της Ασίας. Η σύγκρουση που επέκειτο θα όριζε τη μοίρα ολόκληρου του αρχαίου κόσμου.

Με σταθερό βηματισμό και με έναν μακρόσυρτο παιάνα ξεκίνησαν οι Έλληνες για να συναντήσουν τα στίφη των βαρβάρων. Το βάδισμα γρήγορα τάχυνε, μέχρι που σε λίγο η σκόνη κάλυψε την προέλαση και οι ψυχές των βαρβάρων πλημμύρισαν με φόβο. Ο παιάνας έγινε πολεμική ιαχή, κάλεσμα θανάτου, φόρος τιμής στον Ενυάλιο Άρη. Οι Έλληνες είχαν ήδη διανύσει χίλια πεντακόσια μέτρα στο αναπεπταμένο πεδίο. Στο τέλος της διαδρομής η ανεπανάληπτη ορμή των οπλιτών δεν άφησε κανένα περιθώριο στους τοξότες του εχθρού. Ούτε μία απώλεια δε σημειώθηκε στο κρίσιμο αυτό σημείο, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο Μιλτιάδης. Οι αποστάσεις εκμηδενίστηκαν. Στο τελευταίο βήμα η φάλαγγα συνέκλινε. Οι Έλληνες αθρόοι επέπεσαν στον συμπαγό όγκο των βαρβάρων. Ένας μεταλλικός κρότος συντάραξε τα πάντα. Δεν είχε προηγούμενο η σφαγή στα δύο άκρα των παρατάξεων. Ο βαρύς οπλισμός των Αθηναίων ισοπέδωσε σαν οδοστρωτήρας τους Μήδους. Οι μπροστινοί στοίχοι σφάζονταν μαζικά και ακαριαία. Είχε λάμψει για μία ακόμη φορά η αθάνατη πολεμική τέχνη των Ελλήνων. Όσοι ακολουθούσαν ανέστρεψαν αμέσως τα νώτα συμπαρασύροντας τους πάντες σε μία άτακτη φυγή. Την ίδια ώρα το ελληνικό κέντρο άρχισε να οπισθοχωρεί με τάξη οδηγώντας τους επίλεκτους Πέρσες και Σάκες σε μία θανάσιμη παγίδα. Τα ελληνικά άκρα δεν κατεδίωξαν ούτε στιγμή τον υποχωρούντα εχθρό. Μόλις διέλυσαν τη συνοχή του, άλλαξαν μέτωπο και χτύπησαν με μανία το στιβαρό εχθρικό κέντρο. Μέσα σε λίγη ώρα το σύνολο της εχθρικής στρατιάς είχε διαλυθεί. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν μηδενικές.

Στην καταδίωξη που ακολούθησε σημειώθηκαν σκηνές φρίκης. Χιλιάδες βάρβαροι χάθηκαν τότε στα έλη του Μαραθώνα, παρασυρμένοι από τον ιερό πανικό που τους είχε καταλάβει. Οι περισσότεροι αναζήτησαν καταφύγιο στα πλοία, που είχαν ήδη αρχίσει να εγκαταλείπουν το πεδίο της σφαγής. Οι Έλληνες οπλίτες επέπεσαν τότε με μανία στον εχθρικό στόλο και απέκλεισαν κάθε οδό διαφυγής. Σε εκείνη τη φάση της μάχης σημειώθηκαν και οι μοναδικές ελληνικές απώλειες. Η μέθη της σφαγής είχε καταλάβει τους πάντες. Οι Αθηναίοι δεν πολεμούσαν πλέον σε φάλαγγα, αλλά κατά μόνας. Οι βάρβαροι απέναντι στο βέβαιο θάνατο, αγωνίστηκαν σαν το ζώο που αντλεί θάρρος από την απελπισία του. Σε εκείνη τη φάση της μάχης σημειώθηκαν και οι πιο παράτολμες και ηρωικές πράξεις των Ελλήνων. Εκεί έπεσε μαχόμενος ο πολέμαρχος Καλλίμαχος και ο στρατηγός Στησίλαος. Πάνω σε ένα εχθρικό πλοίο επέδραμε εντελώς μόνος ο Κυναίγειρος του Ευφορίωνος, αδερφός του μεγάλου Αισχύλου. Όταν δεκάδες εχθροί επιχείρησαν να τον σταματήσουν, αυτός έμεινε εκεί να πολεμά μόνος εναντίον όλων. Ακόμα και όταν τα εχθρικά ξίφη τον ακρωτηρίασαν, αυτός συνέχισε τον αγώνα, κατειλημμένος από μία ιερή μανία και μόνο όταν οι εχθρικές νύξεις διέλυσαν την περικεφαλαία, το πρόσωπο και το κρανίο του, ο ήρωας αυτός παραδόθηκε στα χέρια του θανάτου και το όνομά του παρέμεινε ζωντανό στην αιωνιότητα.

Πολλούς χρόνους αργότερα, όταν εγκατέλειπε αυτόν τον κόσμο ο αδερφός του Κυναίγειρου, μία λιτή στήλη υψώθηκε πάνω από τον τάφο του. Δεν επέλεξε ο Αισχύλος, αυτός ο μέγας δραματουργός, που το έργο του δόξασε το ελληνικό πνεύμα στους αιώνες, να μνημονεύσει τίποτε πέρα από τις μεγάλες στιγμές του Μαραθώνα. Τίποτα δε σήμαινε γιʼ αυτόν η αιώνια φήμη του μεγαλύτερου των τραγικών. Τίποτα δεν έμενε πίσω, παρά μόνο η δόξα εκείνου του αξέχαστου πρωινού: «Τον Αισχύλο του Ευφορίωνος τον Αθηναίο, κλείνει αυτό το μνήμα της εύφορης Γέλας. Για την ευδόκιμο αλκή του θα σας πει το άλσος του Μαραθώνος και ο Μήδος με τη μακριά χαίτη που έτυχε καλά να τη γνωρίσει». Αυτοί υπήρξαν κάποτε οι Έλληνες και αν σήμερα μας έχει υποτάξει άνευ όρων το διεθνές τοκογλυφικό κεφάλαιο, θα έρθει σίγουρα η μέρα που θα αναβιώσει το αρχαίο κλέος. Θα ανατείλει σίγουρα μία μεγάλη και ισχυρή Ελλάδα.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου